Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Ένα ταξίδι στην Ιστορία, στο παρελθόν του αίματός μου...

Ζουρτσάνικη αυλή


Ένα άρθρο-αφήγηση για το Τσαγκαρέικο-Οικονομοπουλέικο αρχοντικό της Ζούρτσας, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "η Ζούρτσα" (φύλλο 109: Ιαν.-Φεβ.-Μαρ. 2011). Αφηγείται ο Βασίλης Τσαγκάρης, απόγονος της οικογένειας.



Ένα ταξίδι στην Ιστορία, στο παρελθόν του αίματός μου...

                                                 Όσα τραγούδια έγραψα
                                                 στης μοναξιάς τις ώρες
                                                 λένε για κάποια όνειρα
                                                 σβησμένα μεσ’ στις μπόρες.
                                                 Μιλούν για χρόνια όμορφα
                                                 που χάθηκαν στη λήθη,
                                                 για τον παππούλη, τη γιαγιά
                                                 ωραίο παραμύθι.

    Μετά από περίπου 50 χρόνια μου δόθηκε η ευκαιρία – μετά από το κάλεσμα της ευγενικής κ. Ελένης να κάνω ένα ταξίδι φαντασίας στο σπίτι που γεννήθηκα και μεγάλωσα μέχρι τα 20 μου χρόνια. Στο Τσαγκαρέϊκο–Οικονομοπουλέϊκο αρχοντικό που χρονολογείται από το 1850.

    Όταν ανέβηκα τα σκαλιά αισθάνθηκα μια απερίγραπτη χαρά, ένα καρδιακό φτερούγισμα. Όλα γύριζαν, σ’ έναν τρελό χορό. Οι ακατάλυτοι δεσμοί που με ένωσαν σ’ αυτό το αρχοντικό, από τα παιδικά μου χρόνια και τα πρώτα εφηβικά σκιρτήματα. ΄Ενα ανεκτίμητο αίσθημα.
    Πόσο πάθος και πόσο πόνο μπορεί να δώσει η μνήμη.
Πενήντα χρόνια αργότερα επιστρέφω για να συναντήσω τους αγαπημένους μου προγόνους με σεβασμό και ανεξίτηλη αγάπη. Μια αγάπη βαθιά ριζωμένη που αψηφά τα αδέξια ποδοπατήματα των ανθρώπων και τις σκληρές δοκιμασίες. 


     Έκλεισα τα μάτια μου και μπήκα μέσα στο σπίτι. Ένα ταξίδι από την πραγματικότητα στη φαντασία. Απίστευτα εντυπωσιακές εικόνες που με έχουν ακολουθήσει σ’ όλη μου τη ζωή. Δεν άνοιξα τα μάτια μου. Ο χώρος σε ταξιδεύει στο χρόνο και σε μαγεύει με την υπερφυσική επίδραση που ασκεί η ιστορία του. Κάθε εικόνα στη μνήμη μου αναδύει την ευωδία ενός εξαιρετικά γενναιόδωρου παρελθόντος, όπως ένα άδειο από καιρό μπουκαλάκι που αναδύει κάτι από το άρωμα που περιείχε κάποτε στο εσωτερικό του. ΄Ενας χώρος γεμάτος θύμησες, αναμνήσεις και παράδοση. Το στέκι πνευματικών ανθρώπων του τόπου μας της εποχής εκείνης. Η φαντασία μου οργιάζει. Ζώ στον δικό μου κόσμο. Εδώ το παλιό δεν σου δίνει τη αίσθηση του περασμένου, του εγκαταλελειμμένου. Υπάρχει συνέχεια.
     Μέσα μου κάτι μου λέει ότι όλα είναι εδώ. Μιά βουβή θεατρική παράσταση. Ενα σκηνικό μιας άλλης εποχής που για τίποτα δεν θυμίζει το σύγχρονο που χάνεται στο περασμένο.
    Το αρχοντικό «πέθανε» ξαφνικά γεμάτο ζωή και έτσι δεν έζησε για να ξεπεραστεί και να χάσει τον χαρακτήρα του και την παλιά ατμόσφαιρα εν καιρώ. Και οι θάνατοι των αρχόντων που έζησαν σ’ αυτό το σπίτι δεν αλλοιώνουν, ακινητούν απλώς μια έκφραση, μια στάση ζωής και την μεταμορφώνουν σ’ αιωνιότητα.
    Με τα μάτια μου πάντα κλειστά θαρρούσα σε κάθε στιγμή πως θα δω να παρελαύνουν, σιωπηλά, αργά, πρόσωπα της Ιστορίας και του Ονείρου, με χρυσοκέντητα γιλέκα, πολύχρωμες φορεσιές, φουστανέλες, σελάχια και φυσεκλίκια.
    Ο Κωνσταντίνος Οικονομόπουλος (γενν. το 1800) αγωνιστής του 1821, βουλευτής στην Οθωνική Βουλή. Ο Αντώνης Οικονομόπουλος, γιός του Κων/νου. Επίσης βουλευτής Ολυμπίας. Ο αείμνηστος ιατρός Βασίλης Τσαγκάρης, Δήμαρχος Ζούρτσας και οικοδεσπότης.


   Ο παππούλης μου Κων/νος Οικονομόπουλος σκέτος λεβέντης, που οι συμβουλές του και η αγάπη του προς εμένα με ακολουθούν παντοτινά στη ζωή μου.
   Η αρχόντισα Κων/να Τσαγκάρη-Οικονομοπούλου (ή γιατρίνα), κόρη του Αντώνη Οικονομόπουλου, ψηλή λυγερή, με την μαύρη μαντήλα στο κεφάλι που ποτέ δεν την έβγαλε, αφότου ο πατέρας μου άφησε τούτη τη γή.
   Κι’ άλλοι πολλοί, συγγενείς και φίλοι αγωνιστές εκείνης της εποχής. 
Όλους αυτούς τους αγκάλιαζε το υπέροχο ταβάνι της Σάλας, φύλακας πιστός των αναμνήσεων και των μυστικών της οικογένειάς μας. Είδε χαρές, τρισευτυχισμένες μέρες, χορούς, γλέντια. Άκουσε όμως και θρύλους, μοιρολόγια.
  Όλα τα σκεπάζει η ομίχλη του χρόνου, το ρυάκι της ζωής που κυλά ασταμάτητα κι’ αλλάζει τα ονόματα, τη μορφή, τη φύση και την τύχη.



  Με την πραγματικότητα ζείς, με τις αναμνήσεις υπάρχεις.
Ό,τι δεν ακούγεται δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει.

                            «Η σκέψη του θανάτου δεν με φοβίζει διόλου, 
                            γιατί είμαι ακράδαντα πεπεισμένος ότι το ανθρώπινο 
                            πνεύμα είναι ακατάστρεπτο. 
                            Εξακολουθεί να αιωρείται μετά θάνατον από την 
                            αιωνιότητα στην αιωνιότητα. 
                            Μοιάζει με τον ήλιο, που στα γήϊνα μάτια μας, 
                            φαίνεται ότι δύει, στην πραγματικότητα όμως φωτίζει 
                            αδιάκοπα» 
                            Γκαίτε (J.W.von Goethe)

    H παράσταση τελείωσε. Η σκηνή έκλεισε. Οι πρωταγωνιστές γύσισαν στα καμαρίνια τους, δίνοντας χαιρετίσματα σ’ όσους τους γνώρισαν και σ’ όσους
άκουσαν γι’ αυτούς.
   Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω την καλή φίλη κ. Ελένη και να της ευχηθώ
χαρές και υγεία στο Αρχοντικό της.
                                                                                              Βασίλης Τσαγκάρης
                                                                                                     Κοινωνιολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου